Γύρνα πίσω Αποστόλη, δυο ανθρώποι όλοι κι' όλοι........
Δεν έχω δοκιμάσει τις ικανότητες μου στην περιγραφή ταξιδιωτικών εντυπώσεων. Τι να κάνω όμως, που στο προηγούμενο ποστ σας υποσχέθηκα να γράψω για το ταξίδι στη Πόλη. Έτσι θα επιχειρήσω το πόνημα. Συγχωρέστε μου τον ερασιτεχνισμό.
Πλατεία Ταξίμ. Τίποτε δεν φαίνεται να την συνδέει με τις αιματηρές οδομαχίες της Πρωτομαγιάς του 76. Τότε που μερικές εκαντοντάδες δημοκράτες διαδηλωτές έπεφταν νεκροί από τις σφαίρες των ακροβολιστών του παρακράτους και τη βία της αστυνομίας. Ανθρώπινοι χείμαρροι ξεχύνονται από και προς όλους τους δρόμους που οδηγούν εκεί. Η βροχή που πέφτει δυνατά, το κρύο και ο δυνατός ανεμος δεν φαίνεται να τους αποτρέπει από του να ολοκληρώσουν τα δρομολόγια τους. Από το παράθυρο του δωματίου μας στο ξενοδοχείο Ταξίμ Χιλλ οι καμινάδες των θερμάνσεων έκαναν πιο γκρίζο το συννεφιασμένο τοπίο και ίσα που μπορούσαμε να διακρίνουμε θολά την Ασιατική πλευρά της πόλης και τα καράβάκια στο Βόσπορο.
Η συμβία που μέσα από την TV έχει γυρίσει αμέτρητες φορές τα σοκάκια της Πόλης μέσα από τα ταξιδιωτικά της Τσόκλη, του Μαμαλάκη και άλλων, ήταν σίγουρη ότι η ταβέρνα που πήγαμε το βράδυ της άφιξης μας ήταν παλιό ελληνικό αρχοντικό. Από τα πεζούλια των παραθύρων και τα μπαλκόνια λέει, μπορείς να τα ξεχωρίσεις. Και είχε δίκιο! Μια παλιά ανάγλυφη διακοσμητική πέτρα στον τοίχο απέναντι από το τραπέζι μας, απεικόνιζε αρχαίο Έλληνα άνδρα με περικεφαλαία με την επιγραφή ΠΕΡΙΚΛΗΣ Σ'ΑΝΘΙΩΠΠΟΥ. Απομεινάρι μιας άλλης εποχής, όπως και η επιγραφή πάνω από την είσοδο του σπιτιού απέναντι που εγραφε "Τριάδας residence"......
Κατώτατος μισθός 150 κυπριακές λίρες. Όσα και οι δικές μας οι "μαυρούες". Δεν ήταν έκπληξη που το γκαρσόνι "κόλλησε" στον Τ/Κ φίλο μου ψάχνοντας νήμα που θα τον οδηγούσε στον κυπριακό κατεχόμενο "παράδεισο".
Η διαδρομή από το αεροδρόμιο, ίσως το μεγαλύτερο που έχω δεί, μας έδοσε την ευκαιρεία να δούμε από απόσταση την Αγιά Σοφιά, το Τοπ Καπί και άλλα φωτισμένα μνημεία, σε μια πόλη που μοιάζει να είναι από τα πιο πυκνοκατοικημένα σημεία του πλανήτη. Περιττό να σας πω ότι τα 20 περίπου λεπτά που κράτησε η διαδρομή, ήταν πραγματικός εφιάλτης για την συμβία που τρομοκρατήθηκε από τον τρόπο που οδηγούν. Σε κάποια στιγμή μάλιστα ένας πεζός ντυμένος στα μαύρα και αθέατος μέσα στη νύκτα, που προφανώς βαριόταν να πάει στη διάβαση που βρισκόταν πιο πέρα, παρά μπίρ κουκκουπούι να μας λαδώσει τον αριστερό μπροστινό τροχό. Από την μανούβρα που έκανε ο ατάραχος ταξιτζής μας και την ταχύτητα που είχαμε, λίγο έλειψε να αναποδογυριστούμε. Αμάν! Μας καταράστηκε βλέπεται ο ανώνυμος στο προηγούμενο ποστ, να πέσει το αεροπλάνο μας ή να τρακάρουμε και να κορτώσουμε νούρο.
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος λείπει. Πήγε λέει στην Αυστρία για να τον τιμήσουν με το μετάλλιο κάποιου καρδινάλιου. Κρίμα. Άκουσα ότι δέχεται όλους τους Κύπριους που επισκέπτονται την Πόλη και επιθυμούν να τον δουν. Θα είχε ενδιαφέρον.
Η Πόλη έχει πολλά, μεγάλα, πλούσια και πεντακάθαρα συγκροτήματα καταστημάτων (shopping malls), στα οποία έχεις την αίσθηση ότι βρίσκεσαι σε οποιανδήποτε ευρωπαϊκή μεγαλούπολη. Τίποτε δεν μαρτυρά την ταυτότητα του τόπου εκτός από τις καθοδηγητικές πινακίδες που είναι όλες στα τουρκικα, και την ομιλία των διπλανών σου. Την ίδια αίσθηση έχεις και όταν περπατάς σε κάποιο από τους εμπορικούς δρόμους, όπως στην Beyoglοu, ένα δρόμο με πολλά παλιά ελληνικά σπίτια, 2-3 εκκλησίες, και μόνιμα πλημμυρισμένο από χιλιάδες πεζούς, κουλουράδες, καστανάδες, λούστρους που συνθέτουν ένα μοναδικό ανθρώπινο μωσαϊκό.
Η ενδεδειγμένη επίσκεψη "προσκύνημα" στην Αγιά Σοφιά, πρέπει να πώ ότι μάλλον με απογοήτευσε. Η μεγαλοπρέπεια που φαινόταν στις φωτογραφίες που είχα δει δεν είναι πουθενά. Πέραν από το επιβλητικό της μεγεθος και την φοβερή αρχιτεκτονική της, είναι ένα ουσιαστικά άδειο οικοδόμημα ξεγυμνωμένο από τα ψηφιδωτά, τις εικόνες και όλα αυτά που φτιάχνουν την ατμόσφαιρα σε μια εκκλησιά και της δίνουν αίγλη. Ένα από τα ελάχιστα ψηφιδωτά που γλύτωσε φαίνεται στη φωτογραφία πιο πάνω. Επίσης οι μεταγενέστερες προσθήκες χάλασαν σε κάποιο βαθμό την αρμονία του αρχικού σχεδιόυ. Οι ξένοι προσέρχονταν ασταμάτητα, πλήρωναν περίπου 1.20 λιρες Κυπρου και περιηγούνταν τον χώρο που είναι σήμερα μουσειακός. Όλες και όλες μερικές δεκάδες φωτογραφίες σε κάποια μεριά του γυναικονίτη δεν καταφέρνουν να δόσουν στον επισκέπτη την εικόνα του παρελθόντος. Μάλλον καλύτερη δουλειά κάνει η φαντασία του καθενός και οι ιστορικές του γνώσεις.
Πρέπει όμως να μιλήσω για τους ανθρώπους, την συναναστροφή μας μαζί τους, τον χαρακτήρα τους, τα συναισθήματα μας. Αυτά στην επόμενη καταχώρηση.